Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων
Του Christophe Foltzenlogel
Την Τετάρτη 1η Ιουλίου, στο Τμήμα Μείζονος Συνθέσεως του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου έλαβε χώρα η ακροαματική διαδικασία για την υπόθεση «Vavřička και άλλοι κατά της Τσεχικής Δημοκρατίας» (Vavřička and others v. the Czech Republic). Το Ευρωπαϊκό Κέντρο για τον Νόμο και την Δικαιοσύνη (ECLJ) παρενέβη στην υπόθεση ήδη από το 2016 και με ικανοποίηση επισημαίνει ότι πολλά από τα επιχειρήματα τα οποία ανέπτυξε στις γραπτές παρατηρήσεις του χρησιμοποιήθηκαν στην ακρόαση.
Αυτή η υπόθεση προέρχεται από την άρνηση κάποιων γονιών να χορηγήσουν στα παιδιά του όλα ή μέρος των εμβολίων του υποχρεωτικού προγράμματος εμβολιασμού της Τσεχικής Δημοκρατίας. Δύο γονείς αρνήθηκαν όλα τα εμβόλια επικαλούμενοι θρησκευτικούς λόγους, άλλοι ήταν αντίθετοι με μόνο ορισμένα εμβόλια, αμφιβάλλοντας για την αποτελεσματικότητα τους, άλλοι εν τέλει ήθελαν να εμβολιάσουν τα παιδιά τους αργότερα από την ηλικία που προβλέπει το πρόγραμμα εμβολιασμού που έχει ορίσει η διοίκηση. Σε άλλη περίπτωση, τελικά, η άρνηση βασιζόταν στα σοβαρά προβλήματα υγείας του παιδιού. Όλα αυτά τα ζευγάρια υπέστησαν κυρώσεις. Σε ένα επιβλήθηκε πρόστιμο ενώ στα υπόλοιπα πέντε δεν επετράπη η εγγραφή των παιδιών τους στον βρεφονηπιακό σταθμό. Ενώπιον του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου οι γονείς επικαλέστηκαν κυρίως το δικαίωμα τους για σεβασμό στην ιδιωτική και οικογενειακή ζωή, την ελευθερία συνειδήσεως, και το δικαίωμα στην εκπαίδευση (Άρθρα 8 και 9 της Σύμβασης και άρθρο 2 του 1ου Πρωτοκόλλου).
Η αμφισβήτηση της νομιμότητας αυτών των αρνήσεων βασίζεται σε πολυσύνθετα κριτήρια. Απόδειξη αυτού αποτελεί το γεγονός ότι η υπόθεση παραπέμφθηκε στο Τμήμα Μείζονος Συνθέσεως με το αίτημα το τμήμα αυτό να την αντιμετωπίσει. Η παραπομπή αυτή δείχνει ότι η υπόθεση είναι σοβαρή ή ότι «θα μπορούσε να έχει αποτέλεσμα αντιφατικό της απόφασης της οποίας έλαβε το Δικαστήριο νωρίτερα» (άρθρο 30 της Σύμβασης). Η σπουδαιότητα της υπόθεσης διαφαίνεται επίσης από την παρέμβαση τεσσάρων χωρών ως τρίτων (Γερμανία, Γαλλία, Πολωνία και Σλοβακία) και τεσσάρων Mη Κυβερνητικών Oργανώσεων (της Association of Vaccine Injured Persons, της Rozalio association, του European Forum for Vigilance Vaccine και του ECLJ).
Το πλεονέκτημα της ακρόασης ενώπιον του Τμήματος Μείζονος Συνθέσεως είναι ότι τα κυριότερα επιχειρήματα σε αυτή την υπόθεση μπορούν να παρουσιαστούν προφορικά και αυτό βοηθάει κυρίως τους δικαστές, οι οποίοι δύνανται να ρωτήσουν ευθέως και τις δύο μεριές: τους αιτούντες και το αποκρινόμενο Κράτος.
Η διαφωνία της τσεχικής κυβέρνησης
Ο εκπρόσωπος της Κυβέρνησης της Τσεχικής Δημοκρατίας υπερασπίστηκε τη νομική υποχρέωση του εμβολιασμού, την οποία αν κάποιος παραβεί τιμωρείται με πρόστιμο και με απαγόρευση εισαγωγής του ανεμβολίαστου παιδιού του στα δημόσια σχολεία. Για να αιτιολογήσει αυτή τη νομική υποχρέωση η Τσεχική Δημοκρατία δήλωσε ότι είναι βασισμένη και στηρίζεται ολοκληρωτικά στα συμπεράσματα επιστημόνων, στις απόψεις που είναι αποδεκτές διεθνώς και στις απόψεις της Τσεχικής Εθνικής Επιτροπής Εμβολιασμού. Ο εκπρόσωπος της κυβέρνησης τόνισε μάλιστα ότι δεν ήταν αρμοδιότητα του Δικαστηρίου να αμφισβητήσει τα επιστημονικά πορίσματα στα οποία βασίζεται η προαναφερθείσα νομική υποχρέωση.
Τα επιστημονικά επιχειρήματα όσον αφορά την ανοσία της αγέλης, την ασφάλεια των εμβολίων και τις επιστημονικές μελέτες στο πεδίο της ιατρικής που καταδεικνύουν την αποτελεσματικότητα τους, οδήγησαν τον εκπρόσωπο της κυβέρνησης να καταλήξει στο ότι οι γονείς που διαφωνούν με τον εμβολιασμό των παιδιών τους συνέστησαν απειλή για τη δημόσια υγεία.
Ένα επιχείρημα που μπορεί να πείσει το Δικαστήριο είναι ότι η Τσεχική Δημοκρατία δεν ανάγκασε τους γονείς να εμβολιάσουν τα παιδιά τους, άλλα τους επέβαλε πρόστιμο λόγω της άρνησης τους να το κάνουν, χωρίς να λαμβάνουν επιπρόσθετα μέτρα. Το ECLJ έχει επισημάνει αυτό το σημείο στις γραπτές του παρατηρήσεις. Η απαγόρευση εισόδου ανεμβολίαστων παιδιών σε δημόσια σχολεία παρουσιάστηκε από την Κυβέρνηση όχι ως μια προσωπική κύρωση αλλά ως "γενικό μέτρο προστασίας".
Βέβαια, η αδυναμία στο επιχείρημα της Κυβέρνησης ήταν η αναγνώριση ότι ένας νέος νόμος του Απριλίου του 2020 καθιερώνει ένα σύστημα αποζημίωσης για προβλήματα υγείας που έχουν προκληθεί από τους υποχρεωτικούς εμβολιασμούς. Αυτό το σύστημα, το οποίο υπάρχει ήδη στις Η.Π.Α., επιτρέπει σε γονείς των οποίων το τέκνο αναπτύσσει μια σοβαρή παθολογική κατάσταση μετά τη χορήγηση ενός εμβολίου να υποβάλλουν αίτηση για να διεκδικήσουν αποζημίωση, η οποία στην συνέχεια ελέγχεται από μια επιτροπή των ιατρών. Η επιτροπή των ιατρών εκτιμά την πιθανότητα μιας αιτιώδους σύνδεσης μεταξύ της χορήγησης του εμβολίου (του αιτίου) και της ανάπτυξης της παθολογικής κατάστασης (της βλάβης), με σκοπό να αποφασίσουν αν θα δώσουν ή όχι την αποζημίωση. Αυτό το σύστημα καθιστά δυνατό να αποζημιώνονται άνθρωποι χωρίς να πρέπει να αποδεικνύουν με βεβαιότητα τον αιτιώδη σύνδεσμο με το συμβάν που προκάλεσε τη βλάβη. Χρειάζεται απλά να είναι πιθανό. Το πλεονέκτημα του συστήματος είναι ότι επιτρέπει να δίνονται οι αποζημιώσεις ταχύτερα και με πιο απλό τρόπο απ’ ότι μέσω των Δικαστηρίων. Εντούτοις, είναι μια έμμεση δημόσια αναγνώριση ότι τα εμβόλια δεν είναι πάντα ακίνδυνα.
Τα επιχειρήματα των αντιτιθέμενων γονέων
Το υπόμνημα των αιτούντων γονέων ήταν σχετικά ασθενές. Η δικηγόρος τους αμφισβήτησε την αναλογικότητα των κυρώσεων, εξηγώντας ότι η απαγόρευση πρόσβασης στη δημόσια εκπαίδευση ήταν υπερβολικά αυστηρή κύρωση, ότι οι όροι πρόσβασης στο νεοεισαχθέν σύστημα αποζημίωσης ήταν περιοριστικοί και η αποζημίωση πολύ χαμηλή.
Η δικηγόρος των αιτούντων επικεντρώθηκε κυρίως σε γενικά κριτήρια σχετικά με το υποχρεωτικό σύστημα εμβολιασμού. Σύμφωνα με τους γονείς των αιτούντων, οι επιστήμονες που το προωθούν χαρακτηρίζονται συχνά από σύγκρουση των συμφερόντων τους ενώ μελέτες για τον υποχρεωτικό εμβολιασμό είναι αναξιόπιστες ή ακόμη και μη υπαρκτές και η χρησιμότητα όλων τον εμβολίων που χορηγούνται στα παιδιά στα πρώιμα χρόνια αμφισβητείται.
Ίσως το ισχυρότερο επιχείρημα το οποίο ενδέχεται να πείσει κάποιους δικαστές είναι ο γενικός και απόλυτος χαρακτήρας της υποχρέωσης εμβολιασμού βασισμένης στη «δικτατορία» των ειδικών. Πράγματι, η Κυβέρνηση στηρίζεται αποκλειστικά στην επιστημονική θέση ειδικών του ιατρικού πεδίου. Ωστόσο κανείς δεν μπορεί να αρνηθεί ότι γιατροί ή επιστήμονες έχουν σφάλλει στο παρελθόν. Ο δικηγόρος εξήγησε ότι αν κάποιος ακολουθούσε τυφλά την Czech Professional Association και την National Committee on Immunity για τις εξαναγκασμένες στειρώσεις και άλλες ιατρικές πράξεις, οι οποίες πλέον απαγορεύονται, θα εξακολουθούσαν να γίνονται μέχρι σήμερα.
Η κρίση του κορωνοϊού αποτυπώνει τώρα όλους τους κινδύνους που έρχονται με τα εμβόλια και τους συνδέσμους μεταξύ φαρμακευτικών εταιρειών και επιστημόνων, και πως η «επιστημονική συναίνεση» μπορεί ορισμένες φορές να είναι εργαλειοποιημένη ή διαστρεβλωμένη. Ιατρικές μελέτες έχουν δημοσιευθεί σε υψηλού κύρους περιοδικά και έχουν χρησιμοποιηθεί από κυβερνήσεις για να ληφθούν αυστηρά μέτρα. Παρ’ όλα αυτά μερικές από αυτές τις μελέτες έχουν αμφισβητηθεί από ένα μέρος της επιστημονικής κοινότητας ακόμη και αν είχαν παρουσιαστεί ως αξιόπιστες και ιδιαίτερα έγκυρες (βλ. το παράδειγμα του Lancet).
Γεμάτοι απορίες οι Ευρωπαίοι Δικαστές
Βάσει των όσων προαναφέρθηκαν, θα μπορούσαν οι Δικαστές του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων να αναγνωρίσουν το δικαίωμα της άρνησης των γονέων να εμβολιάσουν τα παιδιά τους επικαλούμενοι την συνείδηση τους; Είναι τουλάχιστον πιθανό να διεξαχθεί συζήτηση μεταξύ των Δικαστών λόγω του έντονου ενδιαφέροντος τους για την υπόθεση. Διατυπώθηκαν τουλάχιστον 18 ερωτήσεις από τους δικαστές στο τέλος των προφορικών εισηγήσεων, κάτι που είναι ασυνήθιστο για το Δικαστήριο, και το οποίο μπορεί να υποδηλώνει τις επιφυλάξεις ορισμένων δικαστών ως προς τη χρησιμότητα του υποχρεωτικού εμβολιασμού.
ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΗ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΝΩΜΕΝΗ ΡΩΜΙΟΣΎΝΗ
Το είδαμε εδώ
Διαμόρφωση/προσθήκες:Α.Τ.