Ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου κύριος Πλιώτας, στην χθεσινή του
εγκύκλιο, για τα δικαιώματα κάποιου που συλλαμβάνεται, υποσημειώνει τα
εξής:
I. Μη συναινούντος του εν λόγω κρατουμένου δεν μπορεί να εξαναγκασθεί να υποστεί τον αυτοδιαγνωστικό έλεγχο για κορωνοϊό COVID-19.
Αλλά...
Αν για έναν συλληφθέντα η κρατούμενο, είναι δικαίωμα του αναφαίρετο
να μην εξαναγκαστεί σε σελφ τεστ, που θεωρείται Ιατρική Πράξη,
προστατευόμενος από τα άρθρα του ΚΠΔ, και μια Κοινή Υπουργική Απόφαση,
δε μπορεί να καταργήσει νόμους που απορρέουν από τα άρθρα του
συντάγματος
(άρθρο 6) που αφορά τις διαδικασίες σύλληψης που είναι
συνεφαρμόσιμη σε συνδυασμό με το άρθρα
5 και
7 του συντάγματος.
Άρα μια Κοινή Υπουργική Αποφαση (ΚΥΑ) δε μπορεί να καταργεί και άρθρα
του συντάγματος και διεθνείς συμβάσεις.
«Όρια όμως των νομοθετικών περιορισμών συνιστούν αφενός το απαραβίαστο του πυρήνα του
Παράδειγμα: Συλαμβάνεται κάποιος και πάει στο αυτόφωρο επειδή δεν είχε κάνει ραπιντ η σελφ τεστ και τον πάνε στον ανακριτή η εισαγγελέα. Εκεί του αναγνωρίζεται το δικαίωμα να αρνηθεί την Ιατρική Πράξη.
Πηγή - Διαμόρφωση/προσθήκες : Α.Τ.
Τι προβλέπει ο ποινικός κώδικας για τους ανεμβολίαστους
Σε ποιές περιπτώσεις προβλέπεται φυλάκιση από έξι μήνες μέχρι και τρία έτη για συλληφθέντες - Οι οδηγίες Πλιώτα στους εισαγγελείς Εφετών και Πρωτοδικών
Παράλληλα, ο κ. Πλιώτας, επισημαίνει στην υπ΄ αριθμ. 9/2021 εγκύκλιό του, ότι στους ανεμβολίαστους κατηγορούμενους και αρνούμενους να υποβληθούν σε self-test, οι εισαγγελείς πρέπει να είναι ιδιαίτερα αυστηροί στα λοιπά υγειονομικά μέτρα, όπως είναι η χρήση μάσκας, η τήρηση αποστάσεων, κ.λπ.
Πάντως, ξεκαθαρίσει μεν ο κ. Πλιώτας, ότι οι κρατούμενοι για αδικήματα κακουργηματικού ή πλημμεληματικού χαρακτήρα και για τα συλληφθέντα διωκόμενα πρόσωπα, που προσάγονται ενώπιον των εισαγγελικών και ανακριτικών αρχών, δεν μπορούν να εξαναγκαστούν να υποστούν σε αυτοδιαγνωστικό έλεγχο για COVID-19, αλλά επισημαίνει παράλληλα ότι στις περιπτώσεις αυτές, επιβάλλεται να διερευνηθεί εάν στοιχειοθετείται τυχόν ποινική ευθύνη του προσαγόμενου αρνούμενου να υποβληθεί σε self-test, για τέλεση πιθανών ποινικών αδικημάτων, όπως είναι η απείθεια (άρθρο 169 Ποινικού Κώδικα) και διάδοση μεταδοτικής ασθένειας (άρθρο 285 Ποινικού Κώδικα).
Υπενθυμίζεται ότι σε περίπτωση παραβίασης του άρθρου 169 Π.Κ. προβλέπεται φυλάκιση μέχρι 6 μηνών και σε περίπτωση παραβίασης του άρθρου 285 Π.Κ., προβλέπεται φυλάκιση έως τρία χρόνια και χρηματική ποινή.
Επίσης, σημειώνει ο ανώτατος εισαγγελικός λειτουργός ότι οι εισαγγελείς πλημμελειοδικών στις περιπτώσεις των αυτόφωρων πλημμελημάτων, έχουν τη δυνατότητα – λαμβάνοντας υπόψη τη βαρύτητα του εγκλήματος και την προσωπικότητα του δράστη- με την συνδρομή των προϋποθέσεων του άρθρου 279 Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, να δώσούν εντολή να αφεθεί ελεύθερος ο συλληφθείς και «να μην εφαρμοστεί η προβλεπόμενη για τα αυτόφωρα εγκλήματα διαδικασία του άρθρου 418 παρ. 1 εδάφιο α΄ και 2 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας».
Τέλος, αναφέρει ο κ. Πλιώτας ότι «οι διατάξεις του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας περί ταχείας προσαγωγής ενώπιον του εισαγγελέας ή ανακριτή, δηλαδή τα άρθρα 275, 276, 279, 417-419 Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, ισχύουν και είναι εφαρμοστέα» και προσθέτει ότι τα οριζόμενα στις υπ΄ αριθμ. 55400/2021 και 55732/2021 κοινές υπουργικές αποφάσεις περί των έκτακτων μέτρων προστασίας της δημόσιας υγείας, «δεν καθιστούν ανενεργές τις ρυθμίσεις του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, οι οποίες άλλωστε αποτελούν εκτελεστικές του άρθρου 6 του Συντάγματος διατάξεις και συμπλέουν με το άρθρο 5 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου».
Πηγή - Διαμόρφωση/σύζευξη : Α.Τ.