9 Ιαν 2022

Αν πράγματι είσαι Έλληνας, τότε βγάλε τον σκασμό και ξεκίνα να ματώνεις

Αφορμή για να γραφτούν οι παρακάτω σκέψεις μου στο περιοδικό Νόημα που κυκλοφορεί, με τον αρχικό τίτλο "Βγάλε τον σκασμό και ξεκίνα να ματώνεις", στάθηκε ένα πράγμα: η ανάγκη που προέκυψε τα τελευταία χρόνια να δηλωθεί και να ξεκαθαριστεί, από ένα σύνολο Ελλήνων, αν είναι ακόμη δούλοι-ραγιάδες-Ρωμιοί ή Έλληνες. Πόσο ακίνδυνη είναι μια τέτοια δήλωση; Ας ξεκινήσει ο ...πόνος.

Οκτώβριος 2018
«Είναι μεγάλη ιστορία να πιαστώ να σε πείσω ότι οι Νεοέλληνες από τους αρ­χαίους έχουμε μόνο το τομάρι που κρέμεται στο τσιγκέλι του σφαγέα -θέλει κό­τσια το πράμα. Θέλει καιρό και κόπο. Θέλει σκύψιμο μέσα μας και σκάψιμο βαθύ. Και κυρίως αυτό: θέλει το μεγάλο πόνο».   Λιαντίνης

Τα τελευταία χρόνια όπου ακούω να ξεστομίζονται με περισσή ξιπασιά δηλώσεις όπως «Εί­μαι Έλληνας εγώ και όχι ραγιάς» ή «Τιμώ τους προγόνους μου και τα πά­τρια», συνήθως στρίβω πλέον και αλλάζω δρόμο. Δυστυχώς, το αντάμωμά μου με συνανθρώπους που αυτοαποκαλούνται με τόση ευκολία «Έλληνες» και θεωρούν πως έχουν αποβάλλει κάθε ψήγμα ραγιάδικης μόρφωσης και συμπεριφοράς, μου προκαλεί πλήρη αποστροφή. Αν οι λέξεις είχαν χρώμα, οι παραπάνω δηλώσεις θα χρωματίζονταν από τις πενήντα αποχρώσεις του καφέ που περιέχονται σε κάθε τίμιο αποχετευτικό σύστημα! Δεν το κρύβω, βέβαια, πως κατά καιρούς αυτές οι δηλώσεις μου έχουν προσφέρει στιγμές άφθονου γέλιου, όποτε εκ των προτέρων, για να είμαι δίκαιη, θα πρέπει να πω ευχαριστώ γι’ αυτές τις μικρές στιγμές απόλαυσης!

Τι είναι όμως η Ελλάδα και τι το Ελληνικό; Για να το ξεκαθαρίσουμε εξαρχής: σαφώς και δεν είμαι εγώ αυτή που θα καθορίσει με την απάντησή της την ορθή χρήση και σημασία αυτών των όρων. Αν πάλι τελικά θελήσου­με να απαντήσουμε στο ερώτημα αυτό, μπορεί να γράψουμε ένα άρθρο ή ένα δοκίμιο ή ένα τόμο ή μια εγκυκλοπαίδεια ή και να αφιερώσουμε όλο μας τον βίο σε συγγράμματα περί του τι είναι και τι δεν είναι Ελληνικό. Θα έχουμε όμως πλησιάσει την Ελλάδα μιλώντας και γράφοντας γι’ αυτήν; Όχι. Και αυ­τό γιατί η ρήση του Ηρακλείτου, «Αυτό για το οποίο μιλάς πολύ είναι συνή­θως αυτό που σου διαφεύγει» θα μας χτυπήσει σαν κεραμίδα κατακούτελα και θα μας θυμίσει το ανόητο της φλυαρίας μας. Θα μας υποδείξει το κενό στη δήλωση «Είμαι Έλληνας» και θα ίσως κάποιους από εμάς να μας κάνει να ντραπούμε. Ο δρόμος, λοιπόν, ο Ελληνικός αποτελεί μακρά και δύσκολη πορεία. Πο­ρεία προς τον θάνατο και την επαναγέννηση.

«Θέλει κότσια το πράμα», μας λέει ο Λιαντίνης.

Ο δρόμος ο Ελληνικός είναι σπαραγμός και δάκρυ. Είναι πρόωρος αποχωρισμός από τη μάνα. Αν θέλουμε να δεχθούμε το φως το Ελληνικό, ας είμαστε έτοιμοι ως άλλες Περσεφόνες να γευματίσουμε στα σκοτεινά δώματα του Ά­δη.

Αν θέλουμε να δεχθούμε το φως το Ελληνικό, ας είμαστε έτοιμοι να κοιμηθούμε στη λάγνα αγκαλιά της Κίρκης και να δεχθούμε πως η νάρκω­ση αυτή κρύβει τον κίνδυνο της μεταμόρφωσής μας σε χοίρους.

Αν θέλουμε να δεχθούμε το φως το Ελληνικό, ας είμαστε έτοιμοι, ως άλ­λος Ορφέας, να κομματιαστούμε από τις μαινάδες της μέχρι τώρα ύπνωσής μας. Να κρεουργηθούμε και να φαγωθούμε ως ένας άλλος Πενθέας από τη γεννήτορά του την Αγαύη. Να παλέψουμε με τα μυθικά τέρατα, που κρύβονται στα βάθη της νόησής μας, και να είμαστε έτοιμοι δεχθούμε τον τρόμο που επιφέρει το ξεσκέπασμα του πραγματικού μας Κέρβερου εαυτού.


Το Ελληνικό θέλει να μυηθούμε στον πόνο της ενθάδε ύπαρξής μας και να δεχθούμε τον κατακερματισμό της ψεύτικης κτίσης του συνόλου του χαρακτή­ρα μας. Το Ελληνικό σου ζητά πρωτίστως να θυσιαστείς. Να τεμαχιστείς. Να αφορίσεις και να αποδιώξεις τις φενάκες των εντυπώσεών σου. Να κλείσεις τα αυτιά σου στις Σειρήνες και να θυμηθείς πως η Ιθάκη είναι σκοπός και όχι τόπος. Πως ο Όλυμπος δεν είναι ένα βουνό που υπάρχει, αλλά ένα βουνό που σε καλεί να το κτίσεις ο ίδιος από την αρχή. Να βάλεις τον πρώτο λίθο και να το δημιουργήσεις, να το υψώσεις καθώς θα το βαδίζεις. Πως η συνάντηση με τον πραγματικό σου εαυτό και η πορεία της ψυχής σου δεν πραγματώνεται με μια επίσκεψη στους Δελφούς και στα άλλα ιερά των Ελλήνων. Οι κινή­σεις αυτές θυμίζουν τάματα απελπισμένων. Τον Ήλιο των Δελφών τον κουβαλάς σιωπηλά στην καρδιά σου, περιμένοντας εκείνη την ιερή στιγμή που θα φωτίσει, εφόσον η άνιση μάχη με τον χρόνο στο επιτρέψει.

Το Ελληνικό είναι αλύπητο, θα έλεγε κάποιος, αλλά η λύπηση είναι χα­ρακτηριστικό δούλων. Ακολουθώντας τον μίτο της Αριάδνης στον λαβύριν­θο της αναζήτησης του εαυτού μας, και μέσα στον Ελληνικό καύσωνα του Γνώθι σαυτόν, η λύπηση δεν ταιριάζει στον Θησέα που κρύβεται μέσα μας. Ούτε έχει ψήγματα λύπησης ο Μινώταυρος φυλαγμένα για μας.


Ο δρόμος, λοιπόν, ο Ελληνικός, η πορεία προς τον σκοπό και τη μύηση, δεν είναι κάτι ανώδυνο. Ας ξεκινήσουμε από αυτό. Και ας συμφωνήσουμε πως η αντοχή στον πόνο δεν είναι ίδια στον καθένα. «Θέλει τον μεγάλο πό­νο», έγραψε ο Λιαντίνης.

Ο πόνος που επιφέρει η επαφή με την Ελλάδα και τον Ελληνικό τρόπο σκέψης μοιάζει με τους πόνους γέννας που όμως δεν τελειώνουν μέσα σε λίγες ώρες και ούτε επιδέχονται αναισθητικές ενέσεις. Είναι τόσο επώδυνος, τόσο σπαρακτικός ο δρόμος της συνάντησης με το Ελ­ληνικό, που δεν δύναται να το δηλώσει κάποιος ως καύχημα. Ούτε ως κα­τόρθωμα.

Το Ελληνικό θέλει αυτογνωσία και αρετή, θέλει συνεχή επαγρύπνηση. Και όταν το πνεύμα α­γρυπνά, γιατί έχει ολονυχτίες με τις Λερναίες Ύδρες των παθών του, δεν προλαβαίνει να αποδώσει ταυτότητα και ιδιότητα σε αυτό, ούτε να το δηλώ­σει.

Η Ελλάδα λοιπόν είναι πράξη και βίωμα. Δεν είναι δήλωση. Το Ελληνικό ή το κερδίζεις ή το χάνεις. Δεν το δηλώνεις.

Δεν γίνεται κανείς Έλληνας, διαβάζοντας για την Ελλάδα ή καίγοντας λιβάνι και στύρακα. Όσες γνώσεις και να συγκεντρώσουμε, όσες τιμές και να αποδώσουμε, είναι ανώφελες γιατί υπάρχει και το παρακάτω. Όλοι οι ήρωες μελέτη­σαν και απέδωσαν τιμές στα πάτρια. Όμως κανείς τους δεν δήλωνε «είμαι Έλληνας» και πήγαινε ευτυχισμένος μετά για ύπνο...

Ο Έλληνας, αφού απέδιδε τις τιμές εκεί που έπρεπε και τηρούσε τους νόμους της πόλης, έβγαινε πρωτίστως να υπηρετήσει τα τείχη της. Να χαθεί μέσα στις φλόγες της μά­χης, να αντιμετωπίσει τις ορδές των βαρβάρων που του ζητούσαν γη και ύδωρ, να κόψει κάθε ρίζα ασέβειας προς αυτόν και προς το Ελληνικό που πρέσβευε.


Το Ελληνικό μας φωνάζει να βγούμε από την κρύπτη μας και να δηλώσουμε παρόντες όταν τα τείχη της πόλης μας πέφτουν.

Μας ζητά να φτιάξουμε έ­ναν δούρειο ίππο και να ορμίσουμε στη φωλιά των εχθρών. Η χώρα μας καίγεται εδώ και πολύ καιρό και τα τείχη της έχουν λεηλατηθεί. Όχι, δεν είμαστε Έλλη­νες, είμαστε ακόμα ραγιάδες!!

Γιατί ; Γιατί -για αρχή- θα έπρεπε ήδη να έχουμε υπερασπι­στεί την εστία μας, την πόλη μας τη χώρα μας. Ο άγιος Καποδίστριας έλεγε πως κυρίαρχη ιδιότητα του Έλληνα είναι η Ελευθερία, και πως: «ως Έλλην, έλεγε, οφείλω μόνο την ελευθερία να επιθυμώ».

Όχι, δεν γίνεται κανείς Έλληνας μόνο διαβάζοντας για την Ελλάδα ή καίγοντας λιβάνι και στύρακα. Ούτε υψώνοντας τα χέρια ψηλά, ψευδίζοντας ύμνους θεών και φωτογραφί­ζοντας την ιερή αυτή στιγμή της σύνδε­σης με τα παραδομένα από τους προγόνους, για τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Και φυσικά δεν γίνεται κανείς Έλληνας επισκεπτόμενος τα ιερά, όντας μιαρός και αλαζόνας, ως υπερέχων έναντι των άλλων.

Κανείς που μελέτησε πραγματικά την Ελληνική κληρονομιά, αυτή της φιλοσοφίας, της επιστήμης, των πατρώων θεών και θεσμών, δεν νιώθει ότι υπερέχει σε σχέση με τους άλλους, ούτε επιτίθεται και χλευάζει τους συνανθρώπους του έχοντας την ψευδαίσθηση πως μόνο αυτός λούστηκε από το Ελληνικό φως ενώ οι άλλοι ζούνε ακόμα στο ζοφερό σκότος της άγνοιάς τους.

Γιατί : «Οι Νεοέλληνες, μας θυμίζει επώδυνα ο Λιαντίνης, από τους αρχαίους έχουμε μόνο το τομάρι που κρέμεται στο τσιγκέλι του σφαγέα».

Όποιος ήρωας πέρασε λοιπόν στη μακαριότητα των ιερών πεδίων, στα Ηλύσια Πεδία, πρωτίστως είχε ματώσει. Ο μόνος δρόμος προς τα ιερά αυτά πεδία, είναι ο δρόμος της θυσίας. Ο χρόνος των ηρώων αυτών όσο ζούσανε στη γη, αφιερώθηκε στον ιερό σκοπό της σωστής ανάγνωσης των αξιών.

Δεν υπήρχε χρόνος να δηλώσει ο Οδυσσέας ότι είναι Έλληνας και όχι δούλος, απλά το έπραξε.
Δεν υπήρχε χρόνος να δηλώ­σει ο Αλέξανδρος ότι είναι Έλληνας και όχι δούλος, απλά το έπραξε.
Δεν υπήρχε χρόνος να δηλώσει ο Λεωνίδας, ο Θεμιστοκλής, ο Μιλτιάδης, ο Κολοκοτρώνης, ο Ρήγας, και τό­σοι μα τόσοι άλλοι, ότι είναι Έλληνες και όχι δούλοι, απλά το έπραξαν.

Όλοι αυτοί πάλεψαν για το Ελληνικό και δημιούργησαν μόνοι τους τον τόπο που τους υποδέχθηκε. Τα Ηλύσια Πεδία των Ελλήνων ηρώων χτίστηκαν από τις πράξεις γενναιότητας. Και ο κάθε λίθος που έμπαινε σε αυτό το κτίσμα ήταν βρεγμένος με αίμα. Το Ελληνικό, λοιπόν, δεν δηλώνεται, δεν ανακοινώνεται, μόνο βιώνεται.

«Θέλει σκύψιμο μέσα μας, και σκάψιμο βαθύ» μας λέει ο Λιαντίνης.

Κλείνοντας, θα παρακαλούσα, την επόμενη φορά που θα είσαστε έτοιμοι να ξεστομίσετε δηλώσεις όπως «εγώ είμαι Έλληνας και όχι ραγιάς», φροντίστε να είστε σε κείνο στο ιδιωτικό δωματιάκι του σπιτιού σας,-το αποχωρητήριο δηλαδή- και όχι σε κοινή θέα. Βροντοφωνάξτε το εκεί μέσα, ίσως πιάσει περισσότερο τόπο...

Βέβαια, για μένα, το καλύτερο που θα είχατε να κάνετε, θα ήταν απλά να βγάλετε τον σκασμό και να ξεκινήσετε να ματώνετε.

ΓΙΩΒΗ ΒΑΣΙΛΙΚΗ



Διαμόρφωση/προσθήκες φώτο : Α.Τ.